Λαδάδικα

Λαδάδικα

Υπήρξε το βυζαντινό λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Την περίοδο της Τουρκοκρατίας επιχωματώθηκε και με την ονομασία Ιστίρα φιλοξένησε το χονδρεμπόριο της πόλης.
Τα Λαδάδικα πήραν την ονομασία τους από το χονδρεμπόριο λαδιού. Η περιοχή διασώθηκε από την καταστροφική πυρκαγιά του 1917 και διατηρεί τον χαρακτήρα και τις μνήμες της αγοράς του τέλους του 19ου αι. Διαφορετικοί τύποι κτιρίων και ρυθμών, συνθέτουν μια εικόνα της αρχιτεκτονικής και ρυμοτομίας της πόλης του παρελθόντος. Σήμερα η περιοχή εξακολουθεί να σφύζει από ζωή καθώς φιλοξενεί πολυάριθμα γραφεία, εστιατόρια και καφέ.

Πλατεία Αριστοτέλους

Πλατεία Αριστοτέλους

Η διάνοιξη της πλατείας σχεδιάστηκε μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917 που κατέστρεψε το κέντρο της Θεσσαλονίκης. Ιστορικό και ζωτικό τμήμα της πόλης, αποτέλεσε τον κεντρικό άξονα κατά τον ανασχεδιασμό της πόλης από τον Ερνέστ Εμπράρ.
Η αρχιτεκτονική των όψεων εμπνέεται από ευρωπαϊκά ή αποικιακά πρότυπα, αλλά και νεοβυζαντινές τάσεις στον επιμέρους διάκοσμο των κτιρίων. Αποτελεί σπάνιο δείγμα υλοποίησης προγραμματισμένης αρχιτεκτονικής. Τα κτίρια οικοδομήθηκαν τις δεκαετίες 1930-60. Χάρη στον προσανατολισμό της η πλατεία προσφέρει μια σαγηνευτική θέα προς τον Όλυμπο. Το Ξενοδοχείο Ηλέκτρα Παλλάς καθώς και ο κινηματογράφος Ολύμπιον, έδρα του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου, αποτελούν σημεία αναφοράς της πόλης.

Ρωμαϊκή Αγορά

Ρωμαϊκή Αγορά

Διοικητικό κέντρο των ρωμαϊκών χρόνων, στη μορφή που έχει αποκαλυφθεί, αρχίζει να οργανώνεται στα μέσα του 2ου αι. μ.Χ..
Το σύνολο του συγκροτήματος ήταν οργανωμένο γύρω από μια ορθογώνια πλακοστρωμένη πλατεία. Στις τρεις πλευρές της υπήρχαν διώροφες στοές, με διπλή σειρά κιόνων κορινθιακού ρυθμού, σε άμεση επικοινωνία με περιμετρική ζώνη δημόσιων και ιδιωτικών χώρων.

Αψίδα του Καίσαρα Γαλέριου

Αψίδα του Καίσαρα Γαλέριου

Κατασκευάστηκε σε ανάμνηση της νίκης του Γαλερίου επί των Περσών. Στον ανάγλυφο διάκοσμό της εξιστορούνται μάχες και νίκες αυτού του πολέμου και δηλώνεται η παντοδυναμία και η ενότητα των ηγεμόνων της Τετραρχίας.

Ναός Αγίας Σοφίας

Ναός Αγίας Σοφίας

Ο ναός αφιερωμένος στο Χριστό, τον αληθή Λόγο και τη Σοφία του Θεού κτίστηκε στα τέλη του 7ου αι. – αρχές του 8ου αι. στη θέση μεγάλης παλαιοχριστιανικής βασιλικής του 5ου αι. Αποτελεί τυπικό δείγμα μεταβατικού σταυροειδούς ναού με τρούλο και περίστωο, κατά μίμηση της Αγία Σοφίας Κωνσταντινούπολης. Ο ψηφιδωτός διάκοσμος στο εσωτερικό του ναού, έργο τριών φάσεων, μαρτυρεί το υψηλό πνευματικό και καλλιτεχνικό επίπεδο της πόλης σε διάφορες εποχές. Η διακόσμηση του ιερού συνιστά ένα από τα πιο σημαντικά και ακριβώς χρονολογημένα. σύνολα ζωγραφικής της Εικονομαχικής περιόδου (780 – 788). Στον τρούλο η Ανάληψη είναι κορυφαίο δείγμα της λεγόμενης Αναγέννησης των Μακεδόνων Αυτοκρατόρων στα τέλη του 9ου αι., ενώ στην κόγχη η ένθρονη Παναγία Βρεφοκρατούσα, έργο του 11ου – 12ου αι. κάλυψε τον μεγάλο σταυρό της εικονομαχικής περιόδου.

Άγιος Δημήτριος

Άγιος Δημήτριος

Επί της ομώνυμης οδού, βορείως της αρχαίας Αγοράς και του βυζαντινού Μεγαλοφόρου, πάνω στα ερείπια συγκροτήματος ρωμαϊκού λουτρού, όπου φυλακίστηκε και μαρτύρησε το 303 ο αξιωματούχος του ρωμαϊκού στρατού Δημήτριος κτίστηκε αρχικά μικρός ευκτήριος οίκος. Στα μέσα του 5ου αι. ο έπαρχος του Ιλλυρικού Λεόντιος ανήγειρε στην ίδια θέση μεγάλη βασιλική, η οποία κάηκε στο σεισμό του 620. Με τη συνδρομή του Επάρχου Λέοντα και του Επισκόπου της Θεσσαλονίκης αποκαταστάθηκε στην αρχική της μορφή η βασιλική στον τύπο της πεντάκλιτης ξυλόστεγης με εγκάρσιο κλίτος και υπερώα. Η σημερινή αναδομημένη μορφή του ναού – ο οποίος καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς στην πυρκαγιά του 1917 – είναι αποτέλεσμα εκτεταμένων εργασιών αναστήλωσης που άρχισαν το 1918 και ολοκληρώθηκαν το 1948.
Στη ΒΔ γωνία υπάρχει σήμερα ο τάφος του αγίου, σε θέση που πιστεύεται ότι υπήρχε ήδη από τα παλαιοχριστιανικά χρόνια. Ο ναός αφιερωμένος στον πολιούχο άγιο της Θεσσαλονίκης είναι προσκυνηματικός, γνωστός κυρίως και για τα ψηφιδωτά σύνολα που διασώθηκαν από τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917. Πρόκειται για ένδεκα ψηφιδωτές συνθέσεις αναθηματικού χαρακτήρα του 5ου, 7ου και 9ου αι. που διατηρούνται στους δύο πεσσούς του ιερού βήματος και στο δυτικό τοίχο του κεντρικού κλίτους.
Η σημερινή αναδομημένη μορφή του ναού – ο οποίος καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς στην πυρκαγιά του 1917 – είναι αποτέλεσμα εκτεταμένων εργασιών αναστήλωσης που άρχισαν το 1918 και ολοκληρώθηκαν το 1948.

Αρχαιολογικό Μουσείο

Αρχαιολογικό Μουσείο

Μετά την προσωρινή του παραμονή στο Γενί Τζαμί, το μουσείο απέκτησε μόνιμη έδρα στο κτίριο που σχεδίασε ο Πάτροκλος Καραντινός. Σημαντικός εκπρόσωπος του μοντερνισμού, εμπνέυστηκε από την εσωστρέφεια της ελληνικής κατοικίας. Στο μουσείο φιλοξενούνται περιοδικές και μόνιμες εκθέσεις για την περιοχή της Μακεδονίας, από την προϊστορική περίοδο έως την ύστερη αρχαιότητα.

Ροτόντα – Πλ. Αγίου Γεωργίου

Ροτόντα – Πλ. Αγίου Γεωργίου

Κτίστηκε αρχικά στον τύπο του περίκεντρου κτηρίου, στον άξονα της πομπικής οδού που συνέδεε τη θριαμβική αψίδα του Γαλερίου με το ανακτορικό συγκρότημα. Για τη χρήση του ερίζουν διάφορες απόψεις, όπως ναός του Δία ή των Καβείρων, κτήριο με πιθανόν λατρευτικό και κοσμικό – διοικητικό χαρακτήρα που εξυπηρετούσε τις ανάγκες του ανακτορικού συγκροτήματος ή μνημείο αφιερωμένο στη δόξα του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Το μνημείο, διαμέτρου 24,50μ. καλύπτει θόλος από οπτόπλινθους, που φθάνει σε ύψος τα 29,80μ. Στον κυλινδρικό τοίχο, πάχους 6,30μ., εγγράφονται εσωτερικά οκτώ ορθογώνιες κόγχες, από τις οποίες η νότια αποτελούσε την κύρια είσοδο.
Η μετατροπή του κτηρίου σε χριστιανικό ναό, αφιερωμένο πιθανότατα στους Αγίους Ασωμάτους ή Αρχαγγέλους έγινε στα παλαιοχριστιανικά χρόνια (5ο αι.). Τότε προστέθηκε περιμετρική στοά για την επικοινωνία της οποίας με τον αρχικό πυρήνα διανοίχθηκαν στο πάχος της τοιχοποιίας οι επτά από τις οκτώ κόγχες, διευρύνθηκε η ανατολική με την προσθήκη ιερού βήματος, διαμορφώθηκε νέα είσοδος με νάρθηκα στη δυτική κόγχη και προστέθηκαν πρόπυλο και δύο παρεκκλήσια στη νότια είσοδο. Τα λαμπρότερα όμως κατάλοιπα από την παλαιοχριστιανική φάση του μνημείου είναι τα εξαίρετης ποιότητας ψηφιδωτά που καλύπτουν τις καμάρες των κογχών και τα εσωράχια των παραθύρων, ενώ την αποκορύφωση του λαμπρού διακόσμου αποτελούν τα ψηφιδωτά του θόλου ιεραρχημένα σε τρεις ζώνες. Κατά τους σεισμούς των αρχών του 7ου αι. καταστράφηκε η αψίδα του ιερού, το υπερκείμενο τμήμα του θόλου και πιθανόν και η στοά. Η αψίδα, μετά την αποκατάστασή της, ενισχύθηκε εξωτερικά με δύο αντηρίδες και διακοσμήθηκε τον 9ο αι. με την τοιχογραφία της Αναλήψεως.